Σόλοι: Difference between revisions

From LSJ

ὁ δὲ πείσεται εἰς ἀγαθόν περ → he will obey you to his profit, he will obey you for his own good end

Source
(Bailly1_4)
 
(38)
Line 1: Line 1:
{{bailly
{{bailly
|btext=ων ([[οἱ]]) :<br />Soles :<br /><b>1</b> ville de Chypre;<br /><b>2</b> ville de Cilicie.<br />'''Étymologie:''' -.
|btext=ων ([[οἱ]]) :<br />Soles :<br /><b>1</b> ville de Chypre;<br /><b>2</b> ville de Cilicie.<br />'''Étymologie:''' -.
}}
{{grml
|mltxt=οι, ΝΑ<br /><b>1.</b> αρχαία [[πόλη]] της Τραχείας Κιλικίας της οποίας οι κάτοικοι, [[κατά]] τους άλλους Έλληνες, μιλούσαν διαπράττοντας [[πολλά]], [[ιδίως]] συντακτικά, λάθη<br /><b>2.</b> αρχαία [[πόλη]]-[[κράτος]] της Κύπρου.
}}
}}

Revision as of 12:30, 29 September 2017

French (Bailly abrégé)

ων (οἱ) :
Soles :
1 ville de Chypre;
2 ville de Cilicie.
Étymologie: -.

Greek Monolingual

οι, ΝΑ
1. αρχαία πόλη της Τραχείας Κιλικίας της οποίας οι κάτοικοι, κατά τους άλλους Έλληνες, μιλούσαν διαπράττοντας πολλά, ιδίως συντακτικά, λάθη
2. αρχαία πόλη-κράτος της Κύπρου.