θαμινά: Difference between revisions

From LSJ

Δοῦλος γεγονὼς ἑτέρῳ <γε> δουλεύειν φοβοῦ → Servire in servitute servo alii time → Als Sklave wolle keinem Sklaven Sklave sein

Menander, Monostichoi, 138
(SL_1)
(2b)
Line 4: Line 4:
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>θᾰμῐνᾰ</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[often]] [[ἀκέρδεια]] λέλογχεν θαμινὰ κακαγόρους (O. 1.53) χερσὶ θαμινὰ βραχυσίδαρον ἄκοντα πάλλων (N. 3.44) Λατοίδαν θαμινὰ Δελφῶν κόραι (Pae. 6.16)
|sltr=<b>θᾰμῐνᾰ</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[often]] [[ἀκέρδεια]] λέλογχεν θαμινὰ κακαγόρους (O. 1.53) χερσὶ θαμινὰ βραχυσίδαρον ἄκοντα πάλλων (N. 3.44) Λατοίδαν θαμινὰ Δελφῶν κόραι (Pae. 6.16)
}}
{{elru
|elrutext='''θᾰμῐνά:''' adv. часто (ἄκοντα πάλλειν Pind.): εἴσιθι θ. Xen. приходи почаще.
}}
}}

Revision as of 06:04, 31 December 2018

French (Bailly abrégé)

adv.
fréquemment.
Étymologie: pl. neutre adv. de θαμινός.

English (Slater)

θᾰμῐνᾰ
   1 often ἀκέρδεια λέλογχεν θαμινὰ κακαγόρους (O. 1.53) χερσὶ θαμινὰ βραχυσίδαρον ἄκοντα πάλλων (N. 3.44) Λατοίδαν θαμινὰ Δελφῶν κόραι (Pae. 6.16)

Russian (Dvoretsky)

θᾰμῐνά: adv. часто (ἄκοντα πάλλειν Pind.): εἴσιθι θ. Xen. приходи почаще.