γευστέον: Difference between revisions
From LSJ
πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται καὶ ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται → for everyone who exalts himself will be humbled, and he who humbles himself will be exalted (Luke 14:11)
(big3_10) |
(3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=[[hay que hacer probar]] fig., c. gen. τοὺς παῖδας ... αἵματος e.d. sentir la violencia de la guerra, Pl.<i>R</i>.537a. | |dgtxt=[[hay que hacer probar]] fig., c. gen. τοὺς παῖδας ... αἵματος e.d. sentir la violencia de la guerra, Pl.<i>R</i>.537a. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''γευστέον:''' ρημ. επίθ. του [[γεύω]], πρέπει [[κάτι]] να υποβληθεί σε γευστική [[αποτίμηση]], [[δοκιμή]], <i>τινά τινος</i>, σε Πλάτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 22:00, 30 December 2018
English (LSJ)
A one must make to taste, τινὰ αἵματος Pl.R.537a.
Greek (Liddell-Scott)
γευστέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ γεύω, καὶ γεύομαι, τινά τινος Πλάτ. Πολιτ. 537A.
Spanish (DGE)
hay que hacer probar fig., c. gen. τοὺς παῖδας ... αἵματος e.d. sentir la violencia de la guerra, Pl.R.537a.
Greek Monotonic
γευστέον: ρημ. επίθ. του γεύω, πρέπει κάτι να υποβληθεί σε γευστική αποτίμηση, δοκιμή, τινά τινος, σε Πλάτ.