βροντόφωνος: Difference between revisions

From LSJ

πάντα πόνος τεύχει θνητοῖς μελέτη τε βροτείη → all things are made for mortals by human toil and care

Source
(big3_9)
(7)
 
Line 4: Line 4:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον [[de voz atronadora]] Chry.Hie.<i>Enc.Io.B</i>.3(p.33.14).
|dgtxt=-ον [[de voz atronadora]] Chry.Hie.<i>Enc.Io.B</i>.3(p.33.14).
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Μ [[βροντόφωνος]], -[[φωνή]], -φωνον)<br />αυτός που έχει βροντερή [[φωνή]].
}}
}}

Latest revision as of 07:01, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 465] mit Donnerstimme, Sp.

Spanish (DGE)

-ον de voz atronadora Chry.Hie.Enc.Io.B.3(p.33.14).

Greek Monolingual

-η, -ο (Μ βροντόφωνος, -φωνή, -φωνον)
αυτός που έχει βροντερή φωνή.