γαλακτοποιός: Difference between revisions

From LSJ

ἐν ἐμοὶ αὐτῇ στήθεσι πάλλεται ἦτορ ἀνὰ στόμα → my heart beats up to my throat

Source
(big3_9)
(7)
 
Line 4: Line 4:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-όν<br />[[que produce leche]], [[βοτάνη]] Hdn.Gr.1.395, Sch.Nic.<i>Th</i>.944.
|dgtxt=-όν<br />[[que produce leche]], [[βοτάνη]] Hdn.Gr.1.395, Sch.Nic.<i>Th</i>.944.
}}
{{grml
|mltxt=-ό<br />αυτός που παράγει [[γάλα]] ή συντελεί στην [[παραγωγή]] γάλακτος («όργανα γαλακτοποιά»).
}}
}}

Latest revision as of 07:01, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 471] Milch machend, Schol. Nic. Th. 944.

Spanish (DGE)

-όν
que produce leche, βοτάνη Hdn.Gr.1.395, Sch.Nic.Th.944.

Greek Monolingual


αυτός που παράγει γάλα ή συντελεί στην παραγωγή γάλακτος («όργανα γαλακτοποιά»).