διακυρίττομαι: Difference between revisions

From LSJ

Δυσαμένη δὲ κάρηνα βαθυκνήμιδος ἐρίπνης / Δελφικὸν ἄντρον ἔναιε φόβῳ λυσσώδεος Ἰνοῦς (Nonnus, Dionysiaca 9.273f.) → Having descended from the top of a deep-greaved cliff, she dwelt in a cave in Delphi, because of her fear of raving/raging Ino.

Source
(big3_11)
(9)
 
Line 7: Line 7:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[darse de cabezadas]], [[toparse]], [[chocarse]] διακυρίττεται δεδιδαγμένῳ κριῷ (para alardear de la dureza de su cráneo), Synes.<i>Calu</i>.13, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>fig. ὁ πάντα τολμῶν ... αὐτῷ διακυρίττεται τῷ θεῷ Synes.<i>Ep</i>.41 (p.64).
|dgtxt=[[darse de cabezadas]], [[toparse]], [[chocarse]] διακυρίττεται δεδιδαγμένῳ κριῷ (para alardear de la dureza de su cráneo), Synes.<i>Calu</i>.13, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>fig. ὁ πάντα τολμῶν ... αὐτῷ διακυρίττεται τῷ θεῷ Synes.<i>Ep</i>.41 (p.64).
}}
{{grml
|mltxt=[[διακυρίττομαι]] (Α) [[κυρίττομαι]]<br />[[χτυπώ]] κάποιον με τα κέρατα.
}}
}}

Latest revision as of 07:03, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 585] eigtl. sich untereinander wie die Böcke stoßen, im Stoßen wetteifern, Sp., τινί.

Greek (Liddell-Scott)

διακῠρίττομαι: ἀποθ., κερατίζω τινά, προσβάλλω τινὰ διὰ τῶν κεράτων δίκην τράγου, ἀντιμάχομαι, τινὶ Συνές. 77C.

Spanish (DGE)

darse de cabezadas, toparse, chocarse διακυρίττεται δεδιδαγμένῳ κριῷ (para alardear de la dureza de su cráneo), Synes.Calu.13, cf. Hsch.
fig. ὁ πάντα τολμῶν ... αὐτῷ διακυρίττεται τῷ θεῷ Synes.Ep.41 (p.64).

Greek Monolingual

διακυρίττομαι (Α) κυρίττομαι
χτυπώ κάποιον με τα κέρατα.