μετεισέρχομαι: Difference between revisions
From LSJ
Ὀργῆς χάριν τὰ κρυπτὰ μὴ ἐκφάνῃς φίλου → Arcana amici ne per iram prodito → Geheimnisse des Freunds verrate nicht im Zorn
(6_6) |
(25) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μετεισέρχομαι''': ἔκ τινος μέρους [[εἰσέρχομαι]] εἰς [[ἄλλο]], ἐπὶ τῶν ψηνῶν τῶν ἐκ τῶν ἐρινεῶν μετεισερχμένων εἰς τὸν τῶν ἡμέρων συκῶν καρπόν, Φώτιος ἐν λ. ἐρινάζειν. | |lstext='''μετεισέρχομαι''': ἔκ τινος μέρους [[εἰσέρχομαι]] εἰς [[ἄλλο]], ἐπὶ τῶν ψηνῶν τῶν ἐκ τῶν ἐρινεῶν μετεισερχμένων εἰς τὸν τῶν ἡμέρων συκῶν καρπόν, Φώτιος ἐν λ. ἐρινάζειν. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μετεισέρχομαι]] (Α)<br />(για ένα [[είδος]] μικρών εντόμων) [[βγαίνω]] από τον καρπό της άγριας συκιάς και [[μπαίνω]] στον καρπό της ήμερης. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:47, 29 September 2017
English (LSJ)
A pass into, Phot. s.v. ἐρινάζειν.
Greek (Liddell-Scott)
μετεισέρχομαι: ἔκ τινος μέρους εἰσέρχομαι εἰς ἄλλο, ἐπὶ τῶν ψηνῶν τῶν ἐκ τῶν ἐρινεῶν μετεισερχμένων εἰς τὸν τῶν ἡμέρων συκῶν καρπόν, Φώτιος ἐν λ. ἐρινάζειν.
Greek Monolingual
μετεισέρχομαι (Α)
(για ένα είδος μικρών εντόμων) βγαίνω από τον καρπό της άγριας συκιάς και μπαίνω στον καρπό της ήμερης.