κάτα: Difference between revisions

From LSJ

λίγεια μινύρεται θαμίζουσα μάλιστ' ἀηδών → the sweet-voiced nightingale mourns constantly, the sweet-voiced nightingale most loves to warble

Source
(Bailly1_3)
 
(19)
Line 1: Line 1:
{{bailly
{{bailly
|btext=v. [[κατά]] <b>I.</b> <i>in fine</i>.
|btext=v. [[κατά]] <b>I.</b> <i>in fine</i>.
}}
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />η (Μ κάτ[τ]α)<br />[[γάτα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>catta</i> «[[είδος]] αιλουροειδούς»].———————— <b>(II)</b><br />[[κᾆτα]] (Α)<br />στην αττ. διάλ. [[κράση]] τών λ. <i>καὶ [[είτα]].
}}
}}

Revision as of 07:21, 29 September 2017

French (Bailly abrégé)

v. κατά I. in fine.

Greek Monolingual

(I)
η (Μ κάτ[τ]α)
γάτα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. catta «είδος αιλουροειδούς»].———————— (II)
κᾆτα (Α)
στην αττ. διάλ. κράση τών λ. καὶ είτα.