νανίον: Difference between revisions

From LSJ

Χαίρειν ἐπ' αἰσχροῖς οὐδέποτε χρὴ πράγμασιν → Non decet in rebus esse laetum turpibus → In schlimmer Not ist Freude niemals angebracht

Menander, Monostichoi, 544
(6_22)
 
(26)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''νᾱνίον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[νᾶνος]], [[πλαγγών]], «κοῦκλα»· ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ὡς κύρ. [[ὄνομα]] θηλ.
|lstext='''νᾱνίον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[νᾶνος]], [[πλαγγών]], «κοῦκλα»· ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ὡς κύρ. [[ὄνομα]] θηλ.
}}
{{grml
|mltxt=[[νανίον]], τὸ (Α) [[νάνος]]<br /> υποκορ. του [[νάνος]].
}}
}}

Revision as of 11:57, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

νᾱνίον: τό, ὑποκορ. τοῦ νᾶνος, πλαγγών, «κοῦκλα»· ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ὡς κύρ. ὄνομα θηλ.

Greek Monolingual

νανίον, τὸ (Α) νάνος
υποκορ. του νάνος.