περικαθαρμός: Difference between revisions

From LSJ

Τὴν ἀρχὴν ὅ, τι καὶ λαλω̃ ὑμι̃ν (John 8:25) → Just what I have been saying to you from the very beginning

Source
(6_14)
(32)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''περικαθαρμός''': ὁ, [[ἁγνισμός]], [[καθαρμός]], Πλάτ. Νόμ. 815C.
|lstext='''περικαθαρμός''': ὁ, [[ἁγνισμός]], [[καθαρμός]], Πλάτ. Νόμ. 815C.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α [[περικαθαίρω]]<br />[[πλήρης]] [[εξαγνισμός]].
}}
}}

Revision as of 12:16, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 578] ὁ, Plat. Legg. VII, 815 c, v. l. für περὶ καθαρμούς.

Greek (Liddell-Scott)

περικαθαρμός: ὁ, ἁγνισμός, καθαρμός, Πλάτ. Νόμ. 815C.

Greek Monolingual

ὁ, Α περικαθαίρω
πλήρης εξαγνισμός.