πικρόλωτος: Difference between revisions

From LSJ

τὰ ἐς τὴν κοιλίην ἀποκρινόμενα → gastric secretions

Source
(6_16)
(32)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''πικρόλωτος''': -ον, ἐπὶ τοῦ πικροῦ λωτοῦ, πικρολώτου σπέρματος Γαλην. τ. 14, σ. 159, 13.
|lstext='''πικρόλωτος''': -ον, ἐπὶ τοῦ πικροῦ λωτοῦ, πικρολώτου σπέρματος Γαλην. τ. 14, σ. 159, 13.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>φρ.</b> «πικρολώτου σπέρματος» — σπόρου που προέρχεται από πικρό λωτό.
}}
}}

Revision as of 12:18, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πικρόλωτος Medium diacritics: πικρόλωτος Low diacritics: πικρόλωτος Capitals: ΠΙΚΡΟΛΩΤΟΣ
Transliteration A: pikrólōtos Transliteration B: pikrolōtos Transliteration C: pikrolotos Beta Code: pikro/lwtos

English (LSJ)

ον,

   A of the bitter lotus, σπέρμα Gal.14.159.

Greek (Liddell-Scott)

πικρόλωτος: -ον, ἐπὶ τοῦ πικροῦ λωτοῦ, πικρολώτου σπέρματος Γαλην. τ. 14, σ. 159, 13.

Greek Monolingual

-ον, Α
φρ. «πικρολώτου σπέρματος» — σπόρου που προέρχεται από πικρό λωτό.