προσγυμναστής: Difference between revisions

From LSJ

ἡ τῶν θεῶν ὑπ' ἀνθρώπων παραγωγήdeceit of gods by humans

Source
(6_19)
(34)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''προσγυμναστής''': -οῦ, ὁ, [[ἀνταγωνιστής]] τινος ἐν τῷ γυμνάζεσθαι, Ὑπερείδ. [[ὑπὲρ]] Λυκόφρ. 25. 5.
|lstext='''προσγυμναστής''': -οῦ, ὁ, [[ἀνταγωνιστής]] τινος ἐν τῷ γυμνάζεσθαι, Ὑπερείδ. [[ὑπὲρ]] Λυκόφρ. 25. 5.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α [[προσγυμνάζω]]<br />αυτός που συναγωνίζεται κάποιον σε αγώνα.
}}
}}

Revision as of 12:22, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσγυμναστής Medium diacritics: προσγυμναστής Low diacritics: προσγυμναστής Capitals: ΠΡΟΣΓΥΜΝΑΣΤΗΣ
Transliteration A: prosgymnastḗs Transliteration B: prosgymnastēs Transliteration C: prosgymnastis Beta Code: prosgumnasth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,

   A fellow-wrestler, Hyp.Lyc.6, Inscr.Prien.111.176 (i B.C., pl.), cj. in Gal.6.177.

Greek (Liddell-Scott)

προσγυμναστής: -οῦ, ὁ, ἀνταγωνιστής τινος ἐν τῷ γυμνάζεσθαι, Ὑπερείδ. ὑπὲρ Λυκόφρ. 25. 5.

Greek Monolingual

ὁ, Α προσγυμνάζω
αυτός που συναγωνίζεται κάποιον σε αγώνα.