Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

συγκεφαλαίωση: Difference between revisions

From LSJ
(39)
 
(39)
Line 1: Line 1:
{{grml
|mltxt=η / [[συγκεφαλαίωση]], -ώσεως, ΝΑ [[συγκεφαλαιῶ]]<br />[[σύνοψη]], περιληπτική [[έκθεση]], [[ανακεφαλαίωση]] («[[συγκεφαλαίωσις]] τῶν ἐπὶ μέρους εἰς τὸ [[καθόλου]]», Σέξτ. Εμπ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[άθροισμα]] αριθμών<br /><b>2.</b> [[εγγραφή]] σε κατάλογο ή [[κατάστιχο]].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η / [[συγκεφαλαίωση]], -ώσεως, ΝΑ [[συγκεφαλαιῶ]]<br />[[σύνοψη]], περιληπτική [[έκθεση]], [[ανακεφαλαίωση]] («[[συγκεφαλαίωσις]] τῶν ἐπὶ μέρους εἰς τὸ [[καθόλου]]», Σέξτ. Εμπ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[άθροισμα]] αριθμών<br /><b>2.</b> [[εγγραφή]] σε κατάλογο ή [[κατάστιχο]].
|mltxt=η / [[συγκεφαλαίωση]], -ώσεως, ΝΑ [[συγκεφαλαιῶ]]<br />[[σύνοψη]], περιληπτική [[έκθεση]], [[ανακεφαλαίωση]] («[[συγκεφαλαίωσις]] τῶν ἐπὶ μέρους εἰς τὸ [[καθόλου]]», Σέξτ. Εμπ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[άθροισμα]] αριθμών<br /><b>2.</b> [[εγγραφή]] σε κατάλογο ή [[κατάστιχο]].
}}
}}

Revision as of 12:35, 29 September 2017

Greek Monolingual

η / συγκεφαλαίωση, -ώσεως, ΝΑ συγκεφαλαιῶ
σύνοψη, περιληπτική έκθεση, ανακεφαλαίωσησυγκεφαλαίωσις τῶν ἐπὶ μέρους εἰς τὸ καθόλου», Σέξτ. Εμπ.)
αρχ.
1. άθροισμα αριθμών
2. εγγραφή σε κατάλογο ή κατάστιχο.

Greek Monolingual

η / συγκεφαλαίωση, -ώσεως, ΝΑ συγκεφαλαιῶ
σύνοψη, περιληπτική έκθεση, ανακεφαλαίωσησυγκεφαλαίωσις τῶν ἐπὶ μέρους εἰς τὸ καθόλου», Σέξτ. Εμπ.)
αρχ.
1. άθροισμα αριθμών
2. εγγραφή σε κατάλογο ή κατάστιχο.