χαριτόβλαστος: Difference between revisions

From LSJ

Ξυνετὸς πεφυκὼς φεῦγε τὴν κακουργίαν → Valens sagaci mente, quod pravum est, fuge → Wenn du verständig bist, dann flieh die Schlechtigkeit

Menander, Monostichoi, 398
(6_17)
 
(46)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''χαρῐτόβλαστος''': -ον, ὁ ἐπιχαρίτως βλαστάνων, [[κῆπος]] [[χαριτόβλαστος]] Κ. Μανασσ. Χρον. 4772.
|lstext='''χαρῐτόβλαστος''': -ον, ὁ ἐπιχαρίτως βλαστάνων, [[κῆπος]] [[χαριτόβλαστος]] Κ. Μανασσ. Χρον. 4772.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Μ<br />αυτός που έχει ωραία [[βλάστηση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χάρις]], -<i>ιτος</i> <span style="color: red;">+</span> [[βλαστός]] (<b>πρβλ.</b> <i>ἀρτί</i>-<i>βλαστος</i>, [[ταχύ]]-<i>βλαστος</i>)].
}}
}}

Latest revision as of 12:48, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

χαρῐτόβλαστος: -ον, ὁ ἐπιχαρίτως βλαστάνων, κῆπος χαριτόβλαστος Κ. Μανασσ. Χρον. 4772.

Greek Monolingual

-ον, Μ
αυτός που έχει ωραία βλάστηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χάρις, -ιτος + βλαστός (πρβλ. ἀρτί-βλαστος, ταχύ-βλαστος)].