φθειρικός: Difference between revisions

From LSJ

ἡ πρὸς τοὺς ἄρρενας συνουσίαpassionate friendship between males

Source
(6_11)
(45)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''φθειρικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς φθεῖρας, Γλωσσ.
|lstext='''φθειρικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς φθεῖρας, Γλωσσ.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, ΜΑ [[φθείρ]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην φθείρα.
}}
}}

Latest revision as of 12:53, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1270] von Läusen, Läuse betreffend (?).

Greek (Liddell-Scott)

φθειρικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς φθεῖρας, Γλωσσ.

Greek Monolingual

-ή, -όν, ΜΑ φθείρ
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην φθείρα.