αλγεβρικός: Difference between revisions

From LSJ

Ὡς τῶν ἐχόντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Opulento amicos, quos volunt, omnes habent → Wie sehr sind doch den Reichen alle Menschen Freund

Menander, Monostichoi, 558
(2)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό [[άλγεβρα]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Άλγεβρα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άλγεβρα]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ικός</i>, <b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>algebraic</i>].
|mltxt=-ή, -ό [[άλγεβρα]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Άλγεβρα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άλγεβρα]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ικός</i>, πρβλ. αγγλ. <i>algebraic</i>].
}}
}}

Revision as of 10:20, 23 December 2018

Greek Monolingual

-ή, -ό άλγεβρα
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Άλγεβρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άλγεβρα + κατάλ. -ικός, πρβλ. αγγλ. algebraic].