ἀνιδεῖν: Difference between revisions

From LSJ

Πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ → Boni parentis ira nulla in filium → Ein guter Vater zürnt nicht gegen seinen Sohn

Menander, Monostichoi, 451
(6_5)
(3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνιδεῖν''': ἀπαρ. ἀορ., ἀναβλέψαι, ἀμφ. ἐν Αἰσχύλ. Χο. 808, (ὁ Ἕρμαννος [[ἀνέδην]], ὁ Δινδόρφ, ἀναδῦν ἀποκεκομμ. ἀντὶ ἀναδῦναι καὶ ὁ Weil ἀνάγειν).
|lstext='''ἀνιδεῖν''': ἀπαρ. ἀορ., ἀναβλέψαι, ἀμφ. ἐν Αἰσχύλ. Χο. 808, (ὁ Ἕρμαννος [[ἀνέδην]], ὁ Δινδόρφ, ἀναδῦν ἀποκεκομμ. ἀντὶ ἀναδῦναι καὶ ὁ Weil ἀνάγειν).
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀνῐδεῖν:''' απαρ. αορ. βʹ του [[ἀνοράω]].
}}
}}

Revision as of 18:24, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνιδεῖν Medium diacritics: ἀνιδεῖν Low diacritics: ανιδείν Capitals: ΑΝΙΔΕΙΝ
Transliteration A: anideîn Transliteration B: anidein Transliteration C: anidein Beta Code: a)nidei=n

English (LSJ)

aor. inf.,

   A look up, dub. in A.Ch.808.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνιδεῖν: ἀπαρ. ἀορ., ἀναβλέψαι, ἀμφ. ἐν Αἰσχύλ. Χο. 808, (ὁ Ἕρμαννος ἀνέδην, ὁ Δινδόρφ, ἀναδῦν ἀποκεκομμ. ἀντὶ ἀναδῦναι καὶ ὁ Weil ἀνάγειν).

Greek Monotonic

ἀνῐδεῖν: απαρ. αορ. βʹ του ἀνοράω.