δικαιεῦν: Difference between revisions

From LSJ

ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned

Source
(Bailly1_2)
(4)
Line 4: Line 4:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>inf. prés. ion. de</i> [[δικαιόω]].
|btext=<i>inf. prés. ion. de</i> [[δικαιόω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''δῐκαιεῦν:''' Ιων. αντί <i>δικαιοῦν</i>, απαρ. του [[δικαιόω]] — δικαιεῦσι, γʹ πληθ.
}}
}}

Revision as of 19:56, 30 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

δῐκαιεῦν: Ἰω. ἀντὶ δικαιοῦν, ἴδε ἐν λ. δικαιόω, Ἡρόδ.

French (Bailly abrégé)

inf. prés. ion. de δικαιόω.

Greek Monotonic

δῐκαιεῦν: Ιων. αντί δικαιοῦν, απαρ. του δικαιόω — δικαιεῦσι, γʹ πληθ.