Καλλιστώ: Difference between revisions

From LSJ

Ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → Sile, melius vel loquere silentio → Was besser ist als Schweigen, sage oder schweig

Menander, Monostichoi, 208
(Bailly1_3)
(5)
Line 4: Line 4:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦς (ἡ) :<br />Callistô, <i>fille de Lycaon, changée en ourse par Héra</i>.<br />'''Étymologie:''' [[κάλλιστος]].
|btext=οῦς (ἡ) :<br />Callistô, <i>fille de Lycaon, changée en ourse par Héra</i>.<br />'''Étymologie:''' [[κάλλιστος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''Καλλιστώ:''' -οῦς, ἡ, η πιο όμορφη [[κόρη]] του Λυκάονα, σε Ευρ., στην κλητ. <i>Καλλιστοῖ</i>.
}}
}}

Revision as of 21:16, 30 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

Καλλιστώ: -οῦς, ἡ, θυγάτηρ τοῦ Λυκάονος, Εὐρ. Ἑλ. 375 (ἐν τῇ κλητ. Καλλιστοῖ), μεταβληθεῖσα εἰς ἄρκτον, Παυσ. 1. 25, 1, κτλ.· καὶ σχετιζομένη πρὸς τὸ ἀστερισμὸν τῆς Ἄρκτου, Ἡσ. παρ’ Ὑγίνῳ ἐν Ποιητ. Ἀστρ. 2. 1, Οὐεργίλ. Γεωργ. 1. 138, κτλ.· εὕρηται ἀείποτε ἐν σχέσει μετὰ τῆς Ἀρτέμιδος, καὶ ὁ τάφος αὐτῆς ἦτο παρὰ τὸν ναὸν τῆς Ἀρτέμιδος Καλλίστης, Παυσ. 8. 35, 8· πρβλ. καλὸς Ι. 2, καὶ ἴδε Müller Proleg. Mythol. σ. 75· ὁ Αἰσχύλ. ἔγραψε δρᾶμα καλούμενον Καλλιστώ. - Καθ’ Ἡσύχ.: «Καλλιστώ· γυναικεία θεὸς ἐρωτική, διὰ τὸ κάλλος κληθεῖσα οὕτω».

French (Bailly abrégé)

οῦς (ἡ) :
Callistô, fille de Lycaon, changée en ourse par Héra.
Étymologie: κάλλιστος.

Greek Monotonic

Καλλιστώ: -οῦς, ἡ, η πιο όμορφη κόρη του Λυκάονα, σε Ευρ., στην κλητ. Καλλιστοῖ.