κλάξ: Difference between revisions

From LSJ

ἀφ' ἡμέρας γίνεσθαι ἐν τῷ Μουσείῳ → in the Museum from early in the day

Source
(20)
(5)
Line 4: Line 4:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κλᾴξ]], -ακός και κλάιξ, -άικος, ἡ (Α)<br />(<b>δωρ. τ.</b>) [[κλειδί]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Δωρ. τ. τοῦ [[κλείς]], που εμφανίζει υπερωικό [[τερματικό]] [[στοιχείο]] -<i>κ</i>-].
|mltxt=[[κλᾴξ]], -ακός και κλάιξ, -άικος, ἡ (Α)<br />(<b>δωρ. τ.</b>) [[κλειδί]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Δωρ. τ. τοῦ [[κλείς]], που εμφανίζει υπερωικό [[τερματικό]] [[στοιχείο]] -<i>κ</i>-].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κλάξ:''' -ᾱκος, ἡ, Δωρ. αντί [[κλείς]].
}}
}}

Revision as of 23:52, 30 December 2018

German (Pape)

[Seite 1446] ακός, ἡ, dor. = κλείς, Schlüssel, Theocr. 15, 33, vgl. 6, 32.

Greek Monolingual

κλᾴξ, -ακός και κλάιξ, -άικος, ἡ (Α)
(δωρ. τ.) κλειδί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Δωρ. τ. τοῦ κλείς, που εμφανίζει υπερωικό τερματικό στοιχείο -κ-].

Greek Monotonic

κλάξ: -ᾱκος, ἡ, Δωρ. αντί κλείς.