λιχανός: Difference between revisions

5
(23)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ό (AM [[λιχανός]], -όν)<br />(ως επίθ. του [[δάκτυλος]] ή το αρσ. ως ουσ.) το [[μετά]] τον αντίχειρα [[δάκτυλο]], ο [[δείκτης]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που γλείφει [[κάτι]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «λιχανὸς [[σωλήν]]» — ο [[σωλήνας]] που προεξέχει από τον άμβυκα β) «λιχανὸς [[φθόγγος]]» — ο [[φθόγγος]] που αναδίδεται από τη [[χορδή]] [[λίχανος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>λιχ</i>- (μηδενισμένη [[βαθμίδα]] του θ. <i>λειχ</i>- του ρήματος [[λείχω]] «[[γλείφω]]») <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ανός</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ικ</i>-<i>ανός</i>, <i>πιθ</i>-<i>ανός</i>].
|mltxt=-ό (AM [[λιχανός]], -όν)<br />(ως επίθ. του [[δάκτυλος]] ή το αρσ. ως ουσ.) το [[μετά]] τον αντίχειρα [[δάκτυλο]], ο [[δείκτης]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που γλείφει [[κάτι]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «λιχανὸς [[σωλήν]]» — ο [[σωλήνας]] που προεξέχει από τον άμβυκα β) «λιχανὸς [[φθόγγος]]» — ο [[φθόγγος]] που αναδίδεται από τη [[χορδή]] [[λίχανος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>λιχ</i>- (μηδενισμένη [[βαθμίδα]] του θ. <i>λειχ</i>- του ρήματος [[λείχω]] «[[γλείφω]]») <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ανός</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ικ</i>-<i>ανός</i>, <i>πιθ</i>-<i>ανός</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''λιχᾰνός:''' -όν ([[λείχω]]), ὁ [[λιχανός]] (ενν. [[δάκτυλος]]), ο [[δείκτης]] του χεριού, από την [[χρήση]] του στο [[γλείψιμο]], σε Λουκ.
}}
}}