προσωπολήμπτης: Difference between revisions
From LSJ
τοῖσι ἐμφανέσι τὰ μὴ γινωσκόμενα τεκμαιρόμενος → judge of the unknown by the known
(4) |
(nl) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''προσωπολήμπτης:''' v. l. = [[προσωπολήπτης]]. | |elrutext='''προσωπολήμπτης:''' v. l. = [[προσωπολήπτης]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=προσωπολήμπτης -ου, ὁ [πρόσωπον, λαμβάνω] partijdig. | |||
}} | }} |
Revision as of 08:32, 1 January 2019
Russian (Dvoretsky)
προσωπολήμπτης: v. l. = προσωπολήπτης.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
προσωπολήμπτης -ου, ὁ [πρόσωπον, λαμβάνω] partijdig.