ἰγνύς: Difference between revisions

From LSJ

θαρσεῖν χρὴ φίλε Βάττε: τάχ' αὔριον ἔσσετ' ἄμεινον → you need to be brave, dear Battus; perhaps tomorrow will be better | Take heart, dear Battos! Tomorrow will be better.

Source
(2b)
(1b)
Line 10: Line 10:
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἰγνύς:''' ύος ἡ (acc. ἰγνύν и ἴγνυα) HH, Arst. = [[ἰγνύα]].
|elrutext='''ἰγνύς:''' ύος ἡ (acc. ἰγνύν и ἴγνυα) HH, Arst. = [[ἰγνύα]].
}}
{{etym
|etymtx=See also: s. [[ἰκνύς]]
}}
}}

Revision as of 01:54, 3 January 2019

German (Pape)

[Seite 1235] ύος, ἡ, = ἰγνύα, H. h. Merc. 152; accus. auch ἰγνύα, für ἰγνύν, Theocr. 26, 17; vgl. Arist. H. A. 3, 5.

Greek Monolingual

η (Α ἰγνύς, -ύος)
η ιγνύα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υστερογενής τ. κατά το οσφύς και άλλες ονομασίες μελών σώματος].

Greek Monotonic

ἰγνύς: -ύος, ἡ, = το προηγ., από δοτ. πληθ. ἰγνύσι, σε Ομηρ. Ύμν.· αιτ. ἰγνύν, σε Θεόκρ. (άγν. προέλ.).

Russian (Dvoretsky)

ἰγνύς: ύος ἡ (acc. ἰγνύν и ἴγνυα) HH, Arst. = ἰγνύα.

Frisk Etymological English

See also: s. ἰκνύς