Σάλιοι: Difference between revisions
εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων → blessed is our God always, now and ever, and to the ages of ages
(36) |
m (Text replacement - "———————— " to "<br />") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=<b>(I)</b><br />οι, ΝΑ<br /><b>1.</b> καθένα από τα δύο δωδεκαμελή ρωμαϊκά [[ιερατεία]], τα οποία, [[κατά]] τον Πλούταρχο, είχε ιδρύσει ο Νουμάς Πομπήιος και τών οποίων τα [[μέλη]], που προέρχονταν από οικογένειες πατρικίων οι οποίες είχαν και τους δύο γονείς εν ζωή, τελούσαν ιεροτελεστίες συνοδευόμενες από χορευτικές επιδείξεις<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «Σαλίων ορχήσεις» — οι ορχηστρικές τελετές και χορευτικές επιδείξεις που διοργάνωναν οι [[Σάλιοι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>Salii</i> <span style="color: red;"><</span> ρ. <i>salio</i> «[[χορεύω]]», λόγω του ότι τελούσαν ιεροτελεστίες συνοδευόμενες από χορευτικές επιδείξεις]. | |mltxt=<b>(I)</b><br />οι, ΝΑ<br /><b>1.</b> καθένα από τα δύο δωδεκαμελή ρωμαϊκά [[ιερατεία]], τα οποία, [[κατά]] τον Πλούταρχο, είχε ιδρύσει ο Νουμάς Πομπήιος και τών οποίων τα [[μέλη]], που προέρχονταν από οικογένειες πατρικίων οι οποίες είχαν και τους δύο γονείς εν ζωή, τελούσαν ιεροτελεστίες συνοδευόμενες από χορευτικές επιδείξεις<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «Σαλίων ορχήσεις» — οι ορχηστρικές τελετές και χορευτικές επιδείξεις που διοργάνωναν οι [[Σάλιοι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>Salii</i> <span style="color: red;"><</span> ρ. <i>salio</i> «[[χορεύω]]», λόγω του ότι τελούσαν ιεροτελεστίες συνοδευόμενες από χορευτικές επιδείξεις].<br /><b>(II)</b><br />οι, Ν<br /><b>φρ.</b> «Φράγκοι [[Σάλιοι]]» ή «[[Σάλιοι]] Φράγκοι» — [[ομάδα]] φύλων φραγκικής καταγωγής που εγκαταστάθηκαν στις [[γύρω]] από τον Κάτω Ρήνο περιοχές της Γερμανίας και που αναφέρονται για πρώτη [[φορά]] στους [[κατά]] τών Γερμανών πολέμους που διεξήγαγε ο Ιουλιανός από το 356 ώς το 360 μ. Χ. | ||
}} | }} |
Revision as of 13:08, 8 January 2019
Greek Monolingual
(I)
οι, ΝΑ
1. καθένα από τα δύο δωδεκαμελή ρωμαϊκά ιερατεία, τα οποία, κατά τον Πλούταρχο, είχε ιδρύσει ο Νουμάς Πομπήιος και τών οποίων τα μέλη, που προέρχονταν από οικογένειες πατρικίων οι οποίες είχαν και τους δύο γονείς εν ζωή, τελούσαν ιεροτελεστίες συνοδευόμενες από χορευτικές επιδείξεις
2. φρ. «Σαλίων ορχήσεις» — οι ορχηστρικές τελετές και χορευτικές επιδείξεις που διοργάνωναν οι Σάλιοι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. Salii < ρ. salio «χορεύω», λόγω του ότι τελούσαν ιεροτελεστίες συνοδευόμενες από χορευτικές επιδείξεις].
(II)
οι, Ν
φρ. «Φράγκοι Σάλιοι» ή «Σάλιοι Φράγκοι» — ομάδα φύλων φραγκικής καταγωγής που εγκαταστάθηκαν στις γύρω από τον Κάτω Ρήνο περιοχές της Γερμανίας και που αναφέρονται για πρώτη φορά στους κατά τών Γερμανών πολέμους που διεξήγαγε ο Ιουλιανός από το 356 ώς το 360 μ. Χ.