μούδα: Difference between revisions

From LSJ

Ἐχθροῦ παρ' ἀνδρὸς οὐδέν ἐστι χρήσιμον → Inimicus homo nil umquam praestat utile → Von einem Feind kommt niemals etwas Nützliches

Menander, Monostichoi, 166
(26)
 
m (Text replacement - "————————" to "<br />")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />η <b>ναυτ.</b> οριζόντια ενισχυτική [[σειρά]] του ιστίου, [[κατά]] [[μήκος]] της οποίας [[είναι]] στερεωμένα μικρά και [[ελαφρά]] [[σχοινιά]], χρήσιμα για το [[μουδάρισμα]] του πανιού ενός ιστιοφόρου πλοίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποχωρητ. παρ. του [[μουδάρω]]].———————— <b>(II)</b><br />η<br />γυναικεία [[φορεσιά]], [[αλλαξιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> βεν. <i>muda</i>].
|mltxt=<b>(I)</b><br />η <b>ναυτ.</b> οριζόντια ενισχυτική [[σειρά]] του ιστίου, [[κατά]] [[μήκος]] της οποίας [[είναι]] στερεωμένα μικρά και [[ελαφρά]] [[σχοινιά]], χρήσιμα για το [[μουδάρισμα]] του πανιού ενός ιστιοφόρου πλοίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποχωρητ. παρ. του [[μουδάρω]]].<br /> <b>(II)</b><br />η<br />γυναικεία [[φορεσιά]], [[αλλαξιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> βεν. <i>muda</i>].
}}
}}

Latest revision as of 11:45, 9 January 2019

Greek Monolingual

(I)
η ναυτ. οριζόντια ενισχυτική σειρά του ιστίου, κατά μήκος της οποίας είναι στερεωμένα μικρά και ελαφρά σχοινιά, χρήσιμα για το μουδάρισμα του πανιού ενός ιστιοφόρου πλοίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητ. παρ. του μουδάρω].
(II)
η
γυναικεία φορεσιά, αλλαξιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βεν. muda].