οἵ γε καὶ ἐν τῷ παρόντι ἀντιπάλως μᾶλλον ἢ ὑποδεεστέρως τῷ ναυτικῷ ἀνθώρμουν → whose navy, even as it was, faced the Athenian more as an equal than as an inferior
το
ναυτ. περιορισμός της επιφάνειας του πανιού ιστιοφόρου πλοίου, κατά τον οποίο τα σχοινιά μιας μούδας δένονται στη μάτσα του πανιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μουδάρω, κατά τα ουδ. σε -ισμα (πρβλ. καθαρίζω: καθάρισμα].