μάλα δ' ὦκα θύρηθ' ἔα ἀμφὶς ἐκείνων → very soon I was out, away from them | very soon was out of the water, and away from them
ναυτ. εκτελώ μουδάρισμα του πανιού σε ιστιοφόρο πλοίο.[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < βεν. madar «αλλάζω, μεταβάλλω»].