подскакивать: Difference between revisions
From LSJ
(5) |
(ru-m-18-oct) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[φριμάσσομαι]] | |rueltext=[[φριμάσσομαι]] ;; [[φριμάττομαι]] ;; [[ἐξάλλομαι]] ;; [[ἀναθρῴσκω]] ;; [[ἀνθρῴσκω]] ;; [[ἐπαναρριπτέω]] ;; [[σπυρθίζω]] ;; [[προσαΐσσω]] ;; [[προσᾴσσω]] ;; [[προσάλλομαι]] ;; [[προσανάλλομαι]] ;; [[ἀφάλλομαι]] ;; [[ἐφάλλομαι]] | ||
}} | }} |
Revision as of 17:50, 18 October 2019
Russian > Greek
φριμάσσομαι ;; φριμάττομαι ;; ἐξάλλομαι ;; ἀναθρῴσκω ;; ἀνθρῴσκω ;; ἐπαναρριπτέω ;; σπυρθίζω ;; προσαΐσσω ;; προσᾴσσω ;; προσάλλομαι ;; προσανάλλομαι ;; ἀφάλλομαι ;; ἐφάλλομαι