άθεσμος: Difference between revisions

From LSJ

Χθὼν πάντα κομίζει καὶ πάλιν κομίζεται → Nam terra donat ac resorbet omnia → Die Erde alles bringt, sich wieder alles nimmt

Menander, Monostichoi, 539
(1)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἄθεσμος]], -ον (AM)<br />ο [[εκτός]] ηθικής τάξεως, [[αθέμιτος]], [[παράνομος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀ</i>- στερητ. <span style="color: red;">+</span> [[θεσμός]].<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[ἀθεσμόβιος]], [[ἀθεσμοπραγία]], [[ἀθεσμοσύνη]].
|mltxt=[[ἄθεσμος]], -ον (AM)<br />ο [[εκτός]] ηθικής τάξεως, [[αθέμιτος]], [[παράνομος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀ</i>- στερητ. <span style="color: red;">+</span> [[θεσμός]].<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[ἀθεσμόβιος]], [[ἀθεσμοπραγία]], [[ἀθεσμοσύνη]].
}}
}}

Latest revision as of 21:52, 29 December 2020

Greek Monolingual

ἄθεσμος, -ον (AM)
ο εκτός ηθικής τάξεως, αθέμιτος, παράνομος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < - στερητ. + θεσμός.
ΠΑΡ. ἀθεσμόβιος, ἀθεσμοπραγία, ἀθεσμοσύνη.