αγγειογραφία: Difference between revisions

From LSJ

Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch

Menander, Monostichoi, 185
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και αγγειογραφική, η [[αγγειογράφος]]<br />η [[τέχνη]] της διακοσμήσεως τών αγγείων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ελληνογενές <span style="color: red;"><</span> [[αγγείο]] <span style="color: red;">+</span> -[[γραφία]], πρβλ. αγγλ. <i>angiography</i>].
|mltxt=και αγγειογραφική, η [[αγγειογράφος]]<br />η [[τέχνη]] της διακοσμήσεως τών αγγείων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Ελληνογενές <span style="color: red;"><</span> [[αγγείο]] <span style="color: red;">+</span> -[[γραφία]], πρβλ. αγγλ. <i>angiography</i>].
}}
}}

Latest revision as of 22:15, 29 December 2020

Greek Monolingual

και αγγειογραφική, η αγγειογράφος
η τέχνη της διακοσμήσεως τών αγγείων.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Ελληνογενές < αγγείο + -γραφία, πρβλ. αγγλ. angiography].