αερομιγής: Difference between revisions

From LSJ

εἰργόμενον θανάτου καὶ τοῦ ἀνάπηρον ποιῆσαι → excluding death and maiming, short of death or maiming

Source
(1)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές (Α [[ἀερομιγής]], -ές)<br />ο αναμιγμένος με αέρα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀὴρ</i> <span style="color: red;">+</span> -[[μιγής]] <span style="color: red;"><</span> <i>ἐμίγην</i>, παθ. αόρ. β' του [[μείγνυμι]]].
|mltxt=-ές (Α [[ἀερομιγής]], -ές)<br />ο αναμιγμένος με αέρα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀὴρ</i> <span style="color: red;">+</span> -[[μιγής]] <span style="color: red;"><</span> <i>ἐμίγην</i>, παθ. αόρ. β' του [[μείγνυμι]]].
}}
}}

Latest revision as of 22:35, 29 December 2020

Greek Monolingual

-ές (Α ἀερομιγής, -ές)
ο αναμιγμένος με αέρα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀὴρ + -μιγής < ἐμίγην, παθ. αόρ. β' του μείγνυμι].