στροταγέω: Difference between revisions

From LSJ

Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn

Menander, Monostichoi, 501
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=strotageo
|Transliteration C=strotageo
|Beta Code=strotage/w
|Beta Code=strotage/w
|Definition=στρόταγος, στρότος, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> v. [[στρατηγέω]], στρατηγός, στρατός.</span>
|Definition=στρόταγος, στρότος, <span class="sense"><span class="bld">A</span> v. [[στρατηγέω]], στρατηγός, στρατός.</span>
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''στροτᾱγέω''': στροτᾱγός, Αἰολ. ἀντὶ στρατηγ-, Συλλ. Ἐπιγρ. 2189, -86, -91.
|lstext='''στροτᾱγέω''': στροτᾱγός, Αἰολ. ἀντὶ στρατηγ-, Συλλ. Ἐπιγρ. 2189, -86, -91.
}}
}}

Revision as of 09:50, 31 December 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στροταγέω Medium diacritics: στροταγέω Low diacritics: στροταγέω Capitals: ΣΤΡΟΤΑΓΕΩ
Transliteration A: strotagéō Transliteration B: strotageō Transliteration C: strotageo Beta Code: strotage/w

English (LSJ)

στρόταγος, στρότος, A v. στρατηγέω, στρατηγός, στρατός.

Greek (Liddell-Scott)

στροτᾱγέω: στροτᾱγός, Αἰολ. ἀντὶ στρατηγ-, Συλλ. Ἐπιγρ. 2189, -86, -91.