díctamo: Difference between revisions
From LSJ
Λήσειν διὰ τέλους μὴ δόκει πονηρὸς ὤν → Latere semper posse ne spera nocens → Gewiss nicht immer bleibst als Schuft du unentdeckt
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ | |sltx=[[ἀγριοβλησκούνιον]], [[ἀγριοφλησκούνι]], [[ἀγριοφλησκούνιον ]], [[ἀγριοφλισκούνι]], [[ἀρτεμιδήιον]], [[ἀρτεμίδιον]], [[βελουλκός]], [[βλήχων]], [[δικταμνοειδής]], [[δίκταμνον]], [[δίκταμον]], [[δίψακος]], [[δορκάδιον]], [[ἐλαιοτόκος]] | ||
}} | }} |
Revision as of 21:07, 14 January 2021
Spanish > Greek
ἀγριοβλησκούνιον, ἀγριοφλησκούνι, ἀγριοφλησκούνιον , ἀγριοφλισκούνι, ἀρτεμιδήιον, ἀρτεμίδιον, βελουλκός, βλήχων, δικταμνοειδής, δίκταμνον, δίκταμον, δίψακος, δορκάδιον, ἐλαιοτόκος