μεταλλόχρυσος: Difference between revisions

From LSJ

γραμματική ἐστιν ἐμπειρία τῶν παρὰ ποιηταῖς τε καὶ συγγραφεῦσιν ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ λεγομένων → grammar is a practical knowledge of the usage of poets and writers of prose

Source
(25)
m (Text replacement - "αῑα" to "αῖα")
 
Line 6: Line 6:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μεταλλόχρυσος]], -ον (Α)<br />αυτός που περιέχει [[μέταλλο]] χρυσού («[[μεταλλόχρυσος]] γαῑα», Παύλ. Σιλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέταλλον]] <span style="color: red;">+</span> [[χρυσός]].
|mltxt=[[μεταλλόχρυσος]], -ον (Α)<br />αυτός που περιέχει [[μέταλλο]] χρυσού («[[μεταλλόχρυσος]] γαῖα», Παύλ. Σιλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέταλλον]] <span style="color: red;">+</span> [[χρυσός]].
}}
}}

Latest revision as of 08:45, 14 March 2021

German (Pape)

[Seite 149] Gold enthaltend, γαῖα, Paul. Sil. 74, 44.

Greek (Liddell-Scott)

μεταλλόχρῡσος: -ον, ὁ περιέχων μέταλλον χρυσοῦ, Παύλ. Σιλεντ. εἰς τὰ ἐν Πυθίοις Θερμὰ 44.

Greek Monolingual

μεταλλόχρυσος, -ον (Α)
αυτός που περιέχει μέταλλο χρυσού («μεταλλόχρυσος γαῖα», Παύλ. Σιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέταλλον + χρυσός.