μυχούμαι: Difference between revisions

From LSJ

κρῖναι δὲ λόγῳ πολύδηριν ἔλεγχον ἐξ ἐμέθεν ῥηθέντα → judge by reason the too much contested argument which has been given by me

Source
(26)
 
m (Text replacement - "οῡμαι" to "οῦμαι")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=μυχοῡμαι, -όομαι (Α) [[μυχός]]<br />κρύβομαι σε [[γωνία]], σε [[κόγχη]].
|mltxt=μυχοῦμαι, -όομαι (Α) [[μυχός]]<br />κρύβομαι σε [[γωνία]], σε [[κόγχη]].
}}
}}

Latest revision as of 16:32, 26 March 2021

Greek Monolingual

μυχοῦμαι, -όομαι (Α) μυχός
κρύβομαι σε γωνία, σε κόγχη.