γνυξ: Difference between revisions

From LSJ

μόνον τὸ καλὸν ἀγαθὸν εἶναιonly the beautiful is the good, only the morally beautiful is good

Source
(8)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[γνύξ]] <b>επίρρ.</b> (Α)<br />στα γόνατα ή με λυγισμένα γόνατα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[γόνυ]], με μηδενισμένη [[βαθμίδα]] ρίζας και με [[κατάληξη]] -<i>ξ</i> αναλογικά [[προς]] άλλα επιρρήματα (<b>[[πρβλ]].</b> <i>λαξ</i>, <i>πυξ</i> <b>κ.ά.</b>)].
|mltxt=[[γνύξ]] <b>επίρρ.</b> (Α)<br />στα γόνατα ή με λυγισμένα γόνατα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[γόνυ]], με μηδενισμένη [[βαθμίδα]] ρίζας και με [[κατάληξη]] -<i>ξ</i> αναλογικά [[προς]] άλλα επιρρήματα ([[πρβλ]]. <i>λαξ</i>, <i>πυξ</i> <b>κ.ά.</b>)].
}}
}}

Latest revision as of 08:33, 23 August 2021

Greek Monolingual

γνύξ επίρρ. (Α)
στα γόνατα ή με λυγισμένα γόνατα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γόνυ, με μηδενισμένη βαθμίδα ρίζας και με κατάληξη -ξ αναλογικά προς άλλα επιρρήματα (πρβλ. λαξ, πυξ κ.ά.)].