ημιβατικός: Difference between revisions

From LSJ

Καλὸν δὲ καὶ γέροντι μανθάνειν σοφά → Addiscere aliquid digna res etiam seni → Auch einem Greis ist etwas Weises lernen Zier

Menander, Monostichoi, 297
(16)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό<br />(για ηλεκτρικό λαμπτήρα) αυτός που καταναλίσκει μισό βατ [[κατά]] [[κηρίο]] φωτεινής ισχύος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>βατ</i>-<i>ικός</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>βατ</i>, [[μεταφορά]] στην ελλ. ξεν. όρου, <b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>watt</i>)].
|mltxt=-ή, -ό<br />(για ηλεκτρικό λαμπτήρα) αυτός που καταναλίσκει μισό βατ [[κατά]] [[κηρίο]] φωτεινής ισχύος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>βατ</i>-<i>ικός</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>βατ</i>, [[μεταφορά]] στην ελλ. ξεν. όρου, [[πρβλ]]. αγγλ. <i>watt</i>)].
}}
}}

Latest revision as of 09:30, 23 August 2021

Greek Monolingual

-ή, -ό
(για ηλεκτρικό λαμπτήρα) αυτός που καταναλίσκει μισό βατ κατά κηρίο φωτεινής ισχύος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + -βατ-ικός (< βατ, μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. watt)].