λιβανομάντης: Difference between revisions
From LSJ
Ἴση λεαίνης καὶ γυναικὸς ὠμότης → Feritas leaenae quanta, tanta et feminae → Der Löwin Wildheit ist die selbe wie der Frau
(23) |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο, θηλ. [[λιβανόμαντις]] και λιβανομάντισσα (Μ [[λιβανόμαντις]], ὁ, ἡ)<br />αυτός που ασκεί [[μαντεία]] από τη [[διεύθυνση]] ή το [[σχήμα]] του καπνού του καιγόμενου λιβανιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λίβανος]] <span style="color: red;">+</span> [[μάντις]] ( | |mltxt=ο, θηλ. [[λιβανόμαντις]] και λιβανομάντισσα (Μ [[λιβανόμαντις]], ὁ, ἡ)<br />αυτός που ασκεί [[μαντεία]] από τη [[διεύθυνση]] ή το [[σχήμα]] του καπνού του καιγόμενου λιβανιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λίβανος]] <span style="color: red;">+</span> [[μάντις]] ([[πρβλ]]. <i>αριστό</i>-<i>μαντις</i>, <i>οιωνό</i>-<i>μαντις</i>)]. | ||
}} | }} |
Revision as of 14:30, 23 August 2021
Greek Monolingual
ο, θηλ. λιβανόμαντις και λιβανομάντισσα (Μ λιβανόμαντις, ὁ, ἡ)
αυτός που ασκεί μαντεία από τη διεύθυνση ή το σχήμα του καπνού του καιγόμενου λιβανιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λίβανος + μάντις (πρβλ. αριστό-μαντις, οιωνό-μαντις)].