χρυσοπράσιο: Difference between revisions
From LSJ
θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei
(47c) |
Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το, Ν<br /><b>(ορυκτ.)</b> [[ποικιλία]] του χαλκηδονίου, η οποία χρησιμοποιείται ως [[ημιπολύτιμος]] [[λίθος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., | |mltxt=το, Ν<br /><b>(ορυκτ.)</b> [[ποικιλία]] του χαλκηδονίου, η οποία χρησιμοποιείται ως [[ημιπολύτιμος]] [[λίθος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. αγγλ. <i>chrysoprase</i> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>chrysoprasus</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χρυσόπρασος]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 15:31, 23 August 2021
Greek Monolingual
το, Ν
(ορυκτ.) ποικιλία του χαλκηδονίου, η οποία χρησιμοποιείται ως ημιπολύτιμος λίθος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. chrysoprase < λατ. chrysoprasus (< χρυσόπρασος)].