προτὶ: Difference between revisions
From LSJ
θαρσεῖν χρὴ φίλε Βάττε: τάχ' αὔριον ἔσσετ' ἄμεινον → you need to be brave, dear Battus; perhaps tomorrow will be better | Take heart, dear Battos! Tomorrow will be better.
(6) |
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προτὶ''': [ῐ], [[ἀρχαῖος]], [[μάλιστα]] δὲ Ἐπικὸς [[τύπος]] τῆς προθέσ. [[πρός]], | |lstext='''προτὶ''': [ῐ], [[ἀρχαῖος]], [[μάλιστα]] δὲ Ἐπικὸς [[τύπος]] τῆς προθέσ. [[πρός]], συχν. παρ’ Ὁμ.· δὲν [[εἶναι]] ἐν χρήσει ἐν τῇ καθαρᾷ Δωρικῇ διαλέκτῳ˙ ἂν καὶ ἐν τῇ τῶν Κρητῶν Δωρικῇ εὐρίσκομεν [[πορτί]], Συλλ. Ἐπίγρ. 3048-53· πρβλ. Ahrens D. Dor. 358 [Τὸ ι φαίνεται ὅτι [[οὐδέποτε]] πάσχει ἔκθλιψιν]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''προτὶ:''' [ῐ], Επικ. [[τύπος]] του [[πρός]], σε Όμηρ. | |lsmtext='''προτὶ:''' [ῐ], Επικ. [[τύπος]] του [[πρός]], σε Όμηρ. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:54, 31 January 2022
Greek (Liddell-Scott)
προτὶ: [ῐ], ἀρχαῖος, μάλιστα δὲ Ἐπικὸς τύπος τῆς προθέσ. πρός, συχν. παρ’ Ὁμ.· δὲν εἶναι ἐν χρήσει ἐν τῇ καθαρᾷ Δωρικῇ διαλέκτῳ˙ ἂν καὶ ἐν τῇ τῶν Κρητῶν Δωρικῇ εὐρίσκομεν πορτί, Συλλ. Ἐπίγρ. 3048-53· πρβλ. Ahrens D. Dor. 358 [Τὸ ι φαίνεται ὅτι οὐδέποτε πάσχει ἔκθλιψιν].