δεῦρο: Difference between revisions

No change in size ,  1 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0552.png Seite 552]] adv., 1) vom Orte. hierher, bei Verbis der Bewegung, von Hom. an überall; Hom. Iliad. 14, 309 δεῦρο τόδ' [[ἱκάνω]], Homerisch, [[δεῦρο]] und [[τόδε]] stebn παραλλήλως; Odyss. 1 7, 444 [[δεῦρο]] τόδ' ἵκω. Auch bei Verdis, die eine Ruhe bezeichnen, so daß an die vorangegangene Bewegung gedacht wird, z. B. δεῦρο παρέστης Il. 3, 405; πάρεστι [[δεῦρο]], er ist hierher gekommen u. ist jetzt hier, Soph. O. C. 1255; ἐπιδημεῖν [[δεῦρο]] Ar. Lys. 62; vgl. Xen. Cyr. 5, 5, 43; Ap. Rh. 2, 874; erst Sp., wie Max. Tyr., brauchen es geradezu für »hier«, s. Schäfer D. Hal. C. V. p. 321. In der Stelle Iliad. 1, 153 οὐ γὰρ ἐγὼ Τρώων ἕνεκ' [[ἤλυθον]] αἰχμητάων [[δεῦρο]] μαχησόμενος verbanden einige Alte δεῦρο mit μαχησόμενος, = »um hier zu kämpfen«, s. Scholl. Nicanor. l. c. u. Lehrs Aristarch. p. 138 sqq. – Verstärkt durch [[μέχρι]], z. B. [[μέχρι]] οὖν δεῦρο τοῦ λόγου [[καλῶς]] ἔχοι Plat. Conv. 217 e; τὸ [[μέχρι]] δεῦρο ἡμῖν εἰρήσθω Legg. VII, 814 d; mit dem Artikel, κἀκεῖσε καὶ τὸ δεῦρο Eur. Phoen. 272. 324; τὰ [[τῇδε]] καὶ τὰ δεῦρο Ar. Th. 666. – Bes. steht es beim imperat. als Ermunterungspartikel; Iliad. 23, 485 δεῦρό νυν, ἢ τρίποδος περιδώμεθον ἠὲ λέβητος, Scholl. Aristonic. ὅτι ἀντὶ τοῦ ἄγε τὸ [[δεῦρο]]; ἄγε δεῦρο, frisch heran! Il. 17, 685; δεῦρ' ἄγε Od. 8, 145; δεῦρ' ἴθι Il. 3, 1301 δεῦρ' ἴτω Iliad. 7, 75; allein δεῦρο Od. 8, 292, wie Ar. Pax 846; Plat. Rep. IV, 445 d V, 477 d. Auch bei andern imperat., [[καί]] μοι [[δεῦρο]] – εἰπέ Plat. Apol. 24 c; [[δεῦρο]] αὖ συνεπίσκεψαι Crat. 422 c; mit conj., δεῦρό σου στέψω [[κάρα]], auf, soll ich, Eur. Bacch. 841. – 2) von der Zeit, bis hierher, bis jetzt, Plat. Theaet. 143 a; δεῦρ' ἀεί Aesch. Ch. 596; Eur. Ion 56; Ar. Lys. 1 135; [[μέχρι]] τοῦ δεῦρο, bis setzt, Thuc. u. Sp.; [[μέχρι]] δεῦρο Plut. Num. 4. – B. A. 241 wird dieser Gebrauch den Rednern abgesprochen.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0552.png Seite 552]] adv., 1) vom Orte. hierher, bei Verbis der Bewegung, von Hom. an überall; Hom. Iliad. 14, 309 δεῦρο τόδ' [[ἱκάνω]], Homerisch, [[δεῦρο]] und [[τόδε]] stebn παραλλήλως; Odyss. 1 7, 444 [[δεῦρο]] τόδ' ἵκω. Auch bei Verdis, die eine Ruhe bezeichnen, so daß an die vorangegangene Bewegung gedacht wird, z. B. δεῦρο παρέστης Il. 3, 405; πάρεστι [[δεῦρο]], er ist hierher gekommen u. ist jetzt hier, Soph. O. C. 1255; ἐπιδημεῖν [[δεῦρο]] Ar. Lys. 62; vgl. Xen. Cyr. 5, 5, 43; Ap. Rh. 2, 874; erst Sp., wie Max. Tyr., brauchen es geradezu für »hier«, s. Schäfer D. Hal. C. V. p. 321. In der Stelle Iliad. 1, 153 οὐ γὰρ ἐγὼ Τρώων ἕνεκ' [[ἤλυθον]] αἰχμητάων [[δεῦρο]] μαχησόμενος verbanden einige Alte δεῦρο mit μαχησόμενος, = »um hier zu kämpfen«, s. Scholl. Nicanor. l. c. u. Lehrs Aristarch. p. 138 sqq. – Verstärkt durch [[μέχρι]], z. B. [[μέχρι]] οὖν δεῦρο τοῦ λόγου [[καλῶς]] ἔχοι Plat. Conv. 217 e; τὸ [[μέχρι]] δεῦρο ἡμῖν εἰρήσθω Legg. VII, 814 d; mit dem Artikel, κἀκεῖσε καὶ τὸ δεῦρο Eur. Phoen. 272. 324; τὰ [[τῇδε]] καὶ τὰ δεῦρο Ar. Th. 666. – Bes. steht es beim imperat. als Ermunterungspartikel; Iliad. 23, 485 δεῦρό νυν, ἢ τρίποδος περιδώμεθον ἠὲ λέβητος, Scholl. Aristonic. ὅτι ἀντὶ τοῦ ἄγε τὸ [[δεῦρο]]; ἄγε δεῦρο, frisch heran! Il. 17, 685; δεῦρ' ἄγε Od. 8, 145; δεῦρ' ἴθι Il. 3, 1301 δεῦρ' ἴτω Iliad. 7, 75; allein δεῦρο Od. 8, 292, wie Ar. Pax 846; Plat. Rep. IV, 445 d V, 477 d. Auch bei andern imperat., [[καί]] μοι [[δεῦρο]] – εἰπέ Plat. Apol. 24 c; [[δεῦρο]] αὖ συνεπίσκεψαι Crat. 422 c; mit conj., δεῦρό σου στέψω [[κάρα]], auf, soll ich, Eur. Bacch. 841. – 2) von der Zeit, bis hierher, bis jetzt, Plat. Theaet. 143 a; δεῦρ' ἀεί Aesch. Ch. 596; Eur. Ion 56; Ar. Lys. 1 135; [[μέχρι]] τοῦ δεῦρο, bis setzt, Thuc. u. Sp.; [[μέχρι]] δεῦρο Plut. Num. 4. – B. A. 241 wird dieser Gebrauch den Rednern abgesprochen.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br /><b>1</b> <i>avec idée de lieu</i> ici <i>avec mouv.</i><br /><b>2</b> <i>avec idée de temps</i> jusqu’ici, jusqu’à présent.<br />'''Étymologie:''' DELG cf. <i>lit.</i> aurè, <i>arm.</i> ur, <i>ombr.</i> uru, de m. sign., avec particule lative -δε placée en tête.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''δεῦρο''': ἐπιτεταμ. παρ’ Ἀττ. δευρὶ (Ἀριστοφ. Νεφ. 323, Ἀνδοκ. 21. 8)· [[τύπος]] τις δεύρω ἀναφέρεται ὑπὸ τοῦ Ἡρῳδιαν. ὡς ἀπαντῶν [[ἅπαξ]] παρ’ Ὁμ., [[ὅθεν]] διωρθώθη ὑπὸ τοῦ Δινδ. ἐν Ἰλ. Γ. 240· ἐπίρρ. Ι. τόπον, ἐδῶ, πρὸς τὰ ἐδῶ, Λατ. huc, μετὰ πάντων τῶν ῥημάτων κινήσεως, Ὅμ., κτλ.· ἐπιτεταμένον, [[δεῦρο]] τόδ’ ἵκω Ὀδ. Ρ. 444, πρβλ. Ἰλ. Ξ. 309, κατ’ ἄλλους τὸ τόδε σύστοιχον ἀντικείμενον τοῦ ῥήματος· [[ὡσαύτως]] βραχυλογικῶς μετὰ ῥημάτων στάσεως σημαντικῶν [ἔχω ἔλθει καὶ εἶμαι [[ἐνθάδε]]], [[δεῦρο]] παρέστης Γ. 405· πάρεστι [[δεῦρο]] … ὅδε Σοφ. Ο. Κ. 1253· τὰ [[τῇδε]] καὶ τὰ [[δεῦρο]] πάντ’ ἀνασκόπει Ἀριστοφ. Θεσμ. 665· – [[ὡσαύτως]] μετὰ τοῦ ἄρθρου, μακρὸν τὸ δ. [[πέλαγος]] Σοφ. Ο. Κ. 66· τῆς δ. ὁδοῦ [[αὐτόθι]] 1165· τὸ [[τῇδε]] καὶ τὸ [[κεῖσε]] καὶ τὸ δ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 426, πρβλ. Εὐρ. Φοιν. 266, 315. β) παρὰ μεταγ. [[ἁπλῶς]], ἐδῶ, [[ἄνευ]] τῆς ἐννοίας τῆς κινήσεως, Ἀριστ. Μεταφ. 1. 9, 20, Οὐρ. 1. 2, ἐν τέλ. 2) [[συχνάκις]] ἐν χρήσει παρ’ Ὁμήρῳ πρὸς παραθάρρυνσιν ἢ [[ἁπλῶς]] κλητικόν, ἐδῶ! ἀπ’ ἐδῶ! ἐμπρός! Λατ. adesdum, ἄγε [[δεῦρο]], δεῦρ’ ἄγε, δεῦρ’ ἴθι, καὶ δεῦρ’ ἴτω, ἀείποτε μετὰ ῥήματος ἑνικοῦ, (τὸ δὲ [[δεῦτε]], ὃ ἴδε, [[εἶναι]] ἐν χρήσει μετὰ ῥήματος πληθ.)· ἀλλὰ τὸ [[δεῦρο]] [[ἐνίοτε]] κεῖται καὶ μετὰ πληθ., παρὰ Τραγ., δ. ἴτε Αἰσχύλ. Εὐμ. 1041· δ. ἕπεσθε Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 724· – [[ἐνίοτε]] ὑπάρχει μόνον, [[δεῦρο]], [[φίλη]], λέκτρονδε [[τραπείομεν]], ἐμπρός, ἂς …, Ὀδ. Θ. 292· οὕτω παρ’ Ἀττ., καί μοι δ. εἰπέ, ἐμπρὸς τώρα, εἰπέ μοι, Πλάτ. Ἀπολ. 24C· δεῦρό σου στέψω [[κάρα]], ἔλα, ἐμπρός, ἂς σοῦ …, Εὐρ. Βάκχ. 341· καὶ [[ὅλως]] [[ἄνευ]] ῥήματος, [[δεῦρο]], σύ, ἐδῶ, σύ! Ἀριστοφ. Εἰρ. 880· [[δεῦρο]] παρὰ Σωκράτη (ἐνν. καθίζου) Πλάτ. Θεαιτ. 144D, κτλ. 3) ἐν συζητήσει ἢ ἐπιχειρήμασι καὶ ἀποδείξεσι, [[μέχρι]] δ. τοῦ λόγου, [[μέχρι]] τοῦδε τοῦ σημείου τῆς ὑποθέσεως, ὁ ἀυτ. Συμπ. 217Ε· τὸ [[μέχρι]] δ. εἰρήσθω ὁ αὐτ. Νόμ. 814D· [[ὡσαύτως]], δεῦρ’ ἀεὶ προεληλύθαμεν ὁ αὐτ. Πολιτ. 292C· δ. δὴ [[πάλιν]] (ἐνν. βλέπε) ὁ αὐτ. Πολ. 477D. ΙΙ. ἐπὶ χρόνου, [[μέχρι]] τοῦδε, [[μέχρι]] τοῦ νῦν, «ἕως ἐδῶ», μόνον παρ’ Ἀττ., ἰδίως Τραγ.· οὕτω Πλάτ. Θεαίτ. 143D, Τιμ. 21D· [[ὡσαύτως]], δεῦρ’ ἀεὶ Εὐρ. Μηδ. 670, Ἴωνι 56, κτλ., Ἀριστοφ. Λυσ. 1135· δεῦρό γ’ ἀεὶ Αἰσχύλ. Εὐμ. 596· πρβλ. Βαλκ. Φοιν. 1215, Πόρσ. Ὀρ. 1679· – παρὰ πεζοῖς [[ὡσαύτως]], [[μέχρι]] δ. ἀεὶ Πλάτ. Νόμ. 811C.
|lstext='''δεῦρο''': ἐπιτεταμ. παρ’ Ἀττ. δευρὶ (Ἀριστοφ. Νεφ. 323, Ἀνδοκ. 21. 8)· [[τύπος]] τις δεύρω ἀναφέρεται ὑπὸ τοῦ Ἡρῳδιαν. ὡς ἀπαντῶν [[ἅπαξ]] παρ’ Ὁμ., [[ὅθεν]] διωρθώθη ὑπὸ τοῦ Δινδ. ἐν Ἰλ. Γ. 240· ἐπίρρ. Ι. τόπον, ἐδῶ, πρὸς τὰ ἐδῶ, Λατ. huc, μετὰ πάντων τῶν ῥημάτων κινήσεως, Ὅμ., κτλ.· ἐπιτεταμένον, [[δεῦρο]] τόδ’ ἵκω Ὀδ. Ρ. 444, πρβλ. Ἰλ. Ξ. 309, κατ’ ἄλλους τὸ τόδε σύστοιχον ἀντικείμενον τοῦ ῥήματος· [[ὡσαύτως]] βραχυλογικῶς μετὰ ῥημάτων στάσεως σημαντικῶν [ἔχω ἔλθει καὶ εἶμαι [[ἐνθάδε]]], [[δεῦρο]] παρέστης Γ. 405· πάρεστι [[δεῦρο]] … ὅδε Σοφ. Ο. Κ. 1253· τὰ [[τῇδε]] καὶ τὰ [[δεῦρο]] πάντ’ ἀνασκόπει Ἀριστοφ. Θεσμ. 665· – [[ὡσαύτως]] μετὰ τοῦ ἄρθρου, μακρὸν τὸ δ. [[πέλαγος]] Σοφ. Ο. Κ. 66· τῆς δ. ὁδοῦ [[αὐτόθι]] 1165· τὸ [[τῇδε]] καὶ τὸ [[κεῖσε]] καὶ τὸ δ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 426, πρβλ. Εὐρ. Φοιν. 266, 315. β) παρὰ μεταγ. [[ἁπλῶς]], ἐδῶ, [[ἄνευ]] τῆς ἐννοίας τῆς κινήσεως, Ἀριστ. Μεταφ. 1. 9, 20, Οὐρ. 1. 2, ἐν τέλ. 2) [[συχνάκις]] ἐν χρήσει παρ’ Ὁμήρῳ πρὸς παραθάρρυνσιν ἢ [[ἁπλῶς]] κλητικόν, ἐδῶ! ἀπ’ ἐδῶ! ἐμπρός! Λατ. adesdum, ἄγε [[δεῦρο]], δεῦρ’ ἄγε, δεῦρ’ ἴθι, καὶ δεῦρ’ ἴτω, ἀείποτε μετὰ ῥήματος ἑνικοῦ, (τὸ δὲ [[δεῦτε]], ὃ ἴδε, [[εἶναι]] ἐν χρήσει μετὰ ῥήματος πληθ.)· ἀλλὰ τὸ [[δεῦρο]] [[ἐνίοτε]] κεῖται καὶ μετὰ πληθ., παρὰ Τραγ., δ. ἴτε Αἰσχύλ. Εὐμ. 1041· δ. ἕπεσθε Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 724· – [[ἐνίοτε]] ὑπάρχει μόνον, [[δεῦρο]], [[φίλη]], λέκτρονδε [[τραπείομεν]], ἐμπρός, ἂς …, Ὀδ. Θ. 292· οὕτω παρ’ Ἀττ., καί μοι δ. εἰπέ, ἐμπρὸς τώρα, εἰπέ μοι, Πλάτ. Ἀπολ. 24C· δεῦρό σου στέψω [[κάρα]], ἔλα, ἐμπρός, ἂς σοῦ …, Εὐρ. Βάκχ. 341· καὶ [[ὅλως]] [[ἄνευ]] ῥήματος, [[δεῦρο]], σύ, ἐδῶ, σύ! Ἀριστοφ. Εἰρ. 880· [[δεῦρο]] παρὰ Σωκράτη (ἐνν. καθίζου) Πλάτ. Θεαιτ. 144D, κτλ. 3) ἐν συζητήσει ἢ ἐπιχειρήμασι καὶ ἀποδείξεσι, [[μέχρι]] δ. τοῦ λόγου, [[μέχρι]] τοῦδε τοῦ σημείου τῆς ὑποθέσεως, ὁ ἀυτ. Συμπ. 217Ε· τὸ [[μέχρι]] δ. εἰρήσθω ὁ αὐτ. Νόμ. 814D· [[ὡσαύτως]], δεῦρ’ ἀεὶ προεληλύθαμεν ὁ αὐτ. Πολιτ. 292C· δ. δὴ [[πάλιν]] (ἐνν. βλέπε) ὁ αὐτ. Πολ. 477D. ΙΙ. ἐπὶ χρόνου, [[μέχρι]] τοῦδε, [[μέχρι]] τοῦ νῦν, «ἕως ἐδῶ», μόνον παρ’ Ἀττ., ἰδίως Τραγ.· οὕτω Πλάτ. Θεαίτ. 143D, Τιμ. 21D· [[ὡσαύτως]], δεῦρ’ ἀεὶ Εὐρ. Μηδ. 670, Ἴωνι 56, κτλ., Ἀριστοφ. Λυσ. 1135· δεῦρό γ’ ἀεὶ Αἰσχύλ. Εὐμ. 596· πρβλ. Βαλκ. Φοιν. 1215, Πόρσ. Ὀρ. 1679· – παρὰ πεζοῖς [[ὡσαύτως]], [[μέχρι]] δ. ἀεὶ Πλάτ. Νόμ. 811C.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br /><b>1</b> <i>avec idée de lieu</i> ici <i>avec mouv.</i><br /><b>2</b> <i>avec idée de temps</i> jusqu’ici, jusqu’à présent.<br />'''Étymologie:''' DELG cf. <i>lit.</i> aurè, <i>arm.</i> ur, <i>ombr.</i> uru, de m. sign., avec particule lative -δε placée en tête.
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth