μονοβίβλιον: Difference between revisions

From LSJ

τοῖσι ἐμφανέσι τὰ μὴ γινωσκόμενα τεκμαιρόμενος → judge of the unknown by the known

Source
(25)
 
m (pape replacement)
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μονοβίβλιον]], τὸ (ΑΜ) [[μονόβιβλον]]<br />μικρό [[μονόβιβλον]].
|mltxt=[[μονοβίβλιον]], τὸ (ΑΜ) [[μονόβιβλον]]<br />μικρό [[μονόβιβλον]].
}}
{{pape
|ptext=τὸ, = [[μονόβιβλος]].
}}
}}

Latest revision as of 17:07, 24 November 2022

Greek Monolingual

μονοβίβλιον, τὸ (ΑΜ) μονόβιβλον
μικρό μονόβιβλον.

German (Pape)

τὸ, = μονόβιβλος.