μουσότευκτος: Difference between revisions

From LSJ

ἡ πολιτευομένη τῆς ἀρτάβης τιμήcustomary price of artaba

Source
(26)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4, $7$9]")
 
Line 3: Line 3:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μουσότευκτος]], -ον (Μ)<br />αυτός που κατασκευάστηκε από τις Μούσες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μοῦσα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τευκτος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τεύχω]] «[[κατασκευάζω]]»), <b>πρβλ.</b> <i>θεό</i>-<i>τευκτος</i>, <i>χρυσό</i>-<i>τευκτος</i>].
|mltxt=[[μουσότευκτος]], -ον (Μ)<br />αυτός που κατασκευάστηκε από τις Μούσες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μοῦσα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τευκτος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τεύχω]] «[[κατασκευάζω]]»), [[πρβλ]]. [[θεότευκτος]], [[χρυσότευκτος]]].
}}
}}

Latest revision as of 16:45, 9 May 2023

Greek (Liddell-Scott)

μουσότευκτος: -ον, ὁ ὑπὸ τῶν μουσῶν ποιηθείς, ἄγαν εὔμορφος, Κοσμᾶς ἐν Spic. Rom. τ. 2, σ. 214.

Greek Monolingual

μουσότευκτος, -ον (Μ)
αυτός που κατασκευάστηκε από τις Μούσες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μοῦσα + -τευκτος (< τεύχω «κατασκευάζω»), πρβλ. θεότευκτος, χρυσότευκτος].