αὐξησία: Difference between revisions

From LSJ

αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us

Source
m (LSJ1 replacement)
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=afksisia
|Transliteration C=afksisia
|Beta Code=au)chsi/a
|Beta Code=au)chsi/a
|Definition=Ion. [[αὐξησίη]], ἡ, [[the goddess of growth]], Hdt.5.82, ''IG''5(1).363 (i A. D.).
|Definition=Ion. [[αὐξησίη]], ἡ, [[the goddess of growth]], [[Herodotus|Hdt.]]5.82, ''IG''5(1).363 (i A. D.).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[αὐξησία]], η (Α) [[αύξησις]]<br /><b>1.</b> ([[επωνυμία]] της Δήμητρας) η θεά της αύξησης, της προκοπής των [[φυτών]]<br /><b>2.</b> η [[επαύξηση]].
|mltxt=[[αὐξησία]], η (Α) [[αύξησις]]<br /><b>1.</b> ([[επωνυμία]] της Δήμητρας) η θεά της αύξησης, της προκοπής των [[φυτών]]<br /><b>2.</b> η [[επαύξηση]].
}}
}}

Latest revision as of 12:07, 4 September 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αὐξησία Medium diacritics: αὐξησία Low diacritics: αυξησία Capitals: ΑΥΞΗΣΙΑ
Transliteration A: auxēsía Transliteration B: auxēsia Transliteration C: afksisia Beta Code: au)chsi/a

English (LSJ)

Ion. αὐξησίη, ἡ, the goddess of growth, Hdt.5.82, IG5(1).363 (i A. D.).

Greek Monolingual

αὐξησία, η (Α) αύξησις
1. (επωνυμία της Δήμητρας) η θεά της αύξησης, της προκοπής των φυτών
2. η επαύξηση.