πλαστήριον: Difference between revisions

From LSJ

γνοίης ὅσσον ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι → you know how much better are donkeys from mules

Source
(a)
 
(6_21)
 
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0625.png Seite 625]] τό, Bildnerwerkstatt.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0625.png Seite 625]] τό, Bildnerwerkstatt.
}}
{{ls
|lstext='''πλαστήριον''': τό, [[ἐργαστήριον]] πλαστικῆς, (ἐν τῇ νῦν ὁμιλουμένη [[πλαστήριον]] [[εἶναι]] ἡ [[τράπεζα]] ἐφ’ ἧς ἀνοίγουσι τὰ φύλλα τῆς πήττας αἱ γυναῖκες), Θεόδ. Ἀγκύρ. 139Β.
}}
}}

Latest revision as of 10:44, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 625] τό, Bildnerwerkstatt.

Greek (Liddell-Scott)

πλαστήριον: τό, ἐργαστήριον πλαστικῆς, (ἐν τῇ νῦν ὁμιλουμένη πλαστήριον εἶναιτράπεζα ἐφ’ ἧς ἀνοίγουσι τὰ φύλλα τῆς πήττας αἱ γυναῖκες), Θεόδ. Ἀγκύρ. 139Β.