συγκαταμίγνυμι: Difference between revisions

From LSJ

γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → it is silence that gives women dignity

Source
(13_5)
 
(6_23)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0965.png Seite 965]] (s. [[μίγνυμι]]), mit hinein- od. hinzumischen, verbinden; τὰς Χάριτας Μούσαις συγκαταμιγνύς, Eur. Herc. Für. 674: εἰς τὸ [[σῶμα]] συγκαταμιγνύμενα, Plat. Polit. 288 e; – übertr., empfänglich machen für Etwas, τινί, Xen. Hier. 6, 2, [[μέχρι]] τοῦ ᾠδαῖς τε καὶ θαλίαις καὶ χοροῖς τὲν ψυχὴν συγκαταμίγνυται, poetische Verbindung.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0965.png Seite 965]] (s. [[μίγνυμι]]), mit hinein- od. hinzumischen, verbinden; τὰς Χάριτας Μούσαις συγκαταμιγνύς, Eur. Herc. Für. 674: εἰς τὸ [[σῶμα]] συγκαταμιγνύμενα, Plat. Polit. 288 e; – übertr., empfänglich machen für Etwas, τινί, Xen. Hier. 6, 2, [[μέχρι]] τοῦ ᾠδαῖς τε καὶ θαλίαις καὶ χοροῖς τὲν ψυχὴν συγκαταμίγνυται, poetische Verbindung.
}}
{{ls
|lstext='''συγκαταμίγνῡμι''': καὶ -ύω, μέλλ. -μίξω, καταμιγνύω [[ὁμοῦ]], συνενώνω, Χάριτας Μούσαις συγκαταμιγνὺς Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 674, πρβλ. Στράβ. 570. ― Παθ., ᾠδαῖς καὶ θαλίαις τὴν ψυχὴν συγκαταμίγνυται, ἡ [[ψυχή]] του [[εἶναι]] ὅλη δεδομένη εἰς..., Ξεν. Ἱέρ. 6, 2· ὅσα εἰς τὸ [[σῶμα]] συγκαταμιγνύμενα, συνενούμενα, Πλάτ. Πολιτικ. 288Ε· τῷ ὑγρῷ Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 3, 13.
}}
}}

Revision as of 10:44, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 965] (s. μίγνυμι), mit hinein- od. hinzumischen, verbinden; τὰς Χάριτας Μούσαις συγκαταμιγνύς, Eur. Herc. Für. 674: εἰς τὸ σῶμα συγκαταμιγνύμενα, Plat. Polit. 288 e; – übertr., empfänglich machen für Etwas, τινί, Xen. Hier. 6, 2, μέχρι τοῦ ᾠδαῖς τε καὶ θαλίαις καὶ χοροῖς τὲν ψυχὴν συγκαταμίγνυται, poetische Verbindung.

Greek (Liddell-Scott)

συγκαταμίγνῡμι: καὶ -ύω, μέλλ. -μίξω, καταμιγνύω ὁμοῦ, συνενώνω, Χάριτας Μούσαις συγκαταμιγνὺς Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 674, πρβλ. Στράβ. 570. ― Παθ., ᾠδαῖς καὶ θαλίαις τὴν ψυχὴν συγκαταμίγνυται, ἡ ψυχή του εἶναι ὅλη δεδομένη εἰς..., Ξεν. Ἱέρ. 6, 2· ὅσα εἰς τὸ σῶμα συγκαταμιγνύμενα, συνενούμενα, Πλάτ. Πολιτικ. 288Ε· τῷ ὑγρῷ Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 3, 13.