ἐνθουσιάζω: Difference between revisions

6_20
(13_6a)
(6_20)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0842.png Seite 842]] gottbegeistert sein, verzückt, außer sich sein; θείους τε εἶναι καὶ ἐνθουσιάζειν Plat. Men. 99 d; ἐνθουσιάζοντες [[ὥσπερ]] οἱ θεομάντεις Apol. 22 c; ὑπὸ τῶν Νυμφῶν σαφῶς ἐνθουσιάσω Phaedr. 241 e; ἐνθουσιάσαι ποιεῖν τινὰ ἐπαί. νοις ἢ ψόγοις, durch Lob oder Tadel aufregen, Arist. rhet. 3, 7; ἐπὶ τοῖς τῆς μητρὸς ἱεροῖς, von den Priestern der Kybele, D. Sic. 5, 49; [[περί]] τι, Plut. Cat. min. 22; εἴς τι, heftig wonach verlangen, Ael. N. A. 4, 31. – Auch trans., τινὶ ἔρωτας, mit Liebe begeistern, Hermes bei Stob. ecl. phys. p. 430. Davon
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0842.png Seite 842]] gottbegeistert sein, verzückt, außer sich sein; θείους τε εἶναι καὶ ἐνθουσιάζειν Plat. Men. 99 d; ἐνθουσιάζοντες [[ὥσπερ]] οἱ θεομάντεις Apol. 22 c; ὑπὸ τῶν Νυμφῶν σαφῶς ἐνθουσιάσω Phaedr. 241 e; ἐνθουσιάσαι ποιεῖν τινὰ ἐπαί. νοις ἢ ψόγοις, durch Lob oder Tadel aufregen, Arist. rhet. 3, 7; ἐπὶ τοῖς τῆς μητρὸς ἱεροῖς, von den Priestern der Kybele, D. Sic. 5, 49; [[περί]] τι, Plut. Cat. min. 22; εἴς τι, heftig wonach verlangen, Ael. N. A. 4, 31. – Auch trans., τινὶ ἔρωτας, mit Liebe begeistern, Hermes bei Stob. ecl. phys. p. 430. Davon
}}
{{ls
|lstext='''ἐνθουσιάζω''': παρὰ Τραγ. ἀείπτε [[ἐνθουσιάω]]· παρὰ Πλάτ. ἀπαντῶσιν ἀμφότεροι οἱ τύποι, ἴδε κατωτ. Εἶμαι [[ἔνθεος]], κατέχομαι ὑπὸ θεοῦ, εἶμαι [[θεόληπτος]], εὑρίσκομαι ἐν ἐκστάσει, ἐνθουσιᾷ δὴ [[δῶμα]], βακχεύει [[στέγη]] Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 64α· [[ὥσπερ]] ἐνθουσιῶν Ξεν. Κύρ. 1. 4, 8· ἡ [[ψυχή]]... ἐνθουσιάζουσα Πλάτ. Ἴων 535C· προβλ. 536Β˙ ἐνθουσιάζοντες ὁ αὐτ. Ἀπολογ. 22C·Ϗ ἐνθουσιῶντες ὁ αὐτ. Φαῖδρ. 253Α· ἐνθουσιάσας ὁ αὐτ. Θεαίτ. 180C· ὑπὸ τῶν Νυμφῶν... ἐνθουσιάσω ὁ αὐτ. Φαῖδρ. 241Ε· ὑφ’ ἡδονῆς ἐνθουσιᾷ ὁ αὐτ. Φίλ. 15Ε· ἐνθουσιάσαι ποιεῖν τινα Ἀριστ. Ρητ. 3. 7. 11: - [[μετὰ]] δοτ., ἐνθουσιᾷς τοῖς [[σαυτοῦ]] κακοῖς Εὐρ. Τρῳ. 1284· [[περί]] τι Πλουτ. Κάτων Πρεσβ. 22· εἴς τι Αἰλ. π. Ζ. 4. 31. ΙΙ. μετ’ αἰτ., [[ἐμπνέω]], ἔρωτας ἐνεθουσίασε θεοῖς [[Ἑρμῆς]] Τρισμέγ. ἐν Στοβ. Ἐκλογ. Φυσικ. Βιβλ. 1, σ. 930· πρβλ. 942.
}}
}}