Κύκλωπες: Difference between revisions

From LSJ

Γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → Decus affert omni mulieri silentium → Es bringt das Schweigen Zierde einer jeden Frau

Menander, Monostichoi, 83
(sl1)
 
(slb)
Line 1: Line 1:
{{Slater
|sltr=<b>Κύκλωπες</b> [[one]] eyed giants, [[who]] built the walls of [[Tiryns]] and Mykenai. Κυ] κλώπων Δ. 1. 6. dub. [[test]]., [τοὺς Κύκλωπάς φησι Πίν] δαρος δε [θῆναι ὑ] πὸ Διὸς φο [βηθέντος] μή τινί πο [τε [[θεῶν]]] ὅπλα κατ [ασκευάσωσι] (supp. Gomperz, Bergk, Philippson) fr. 266.
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>Κύκλωπες</b> [[one]] eyed giants, [[who]] built the walls of [[Tiryns]] and Mykenai. Κυ] κλώπων Δ. 1. 6. dub. [[test]]., [τοὺς Κύκλωπάς φησι Πίν] δαρος δε [θῆναι ὑ] πὸ Διὸς φο [βηθέντος] μή τινί πο [τε [[θεῶν]]] ὅπλα κατ [ασκευάσωσι] (supp. Gomperz, Bergk, Philippson) fr. 266.
|sltr=<b>Κύκλωπες</b> [[one]] eyed giants, [[who]] built the walls of [[Tiryns]] and Mykenai. Κυ] κλώπων Δ. 1. 6. dub. [[test]]., [τοὺς Κύκλωπάς φησι Πίν] δαρος δε [θῆναι ὑ] πὸ Διὸς φο [βηθέντος] μή τινί πο [τε [[θεῶν]]] ὅπλα κατ [ασκευάσωσι] (supp. Gomperz, Bergk, Philippson) fr. 266.
}}
}}

Revision as of 12:36, 17 August 2017

English (Slater)

Κύκλωπες one eyed giants, who built the walls of Tiryns and Mykenai. Κυ] κλώπων Δ. 1. 6. dub. test., [τοὺς Κύκλωπάς φησι Πίν] δαρος δε [θῆναι ὑ] πὸ Διὸς φο [βηθέντος] μή τινί πο [τε θεῶν] ὅπλα κατ [ασκευάσωσι] (supp. Gomperz, Bergk, Philippson) fr. 266.

English (Slater)

Κύκλωπες one eyed giants, who built the walls of Tiryns and Mykenai. Κυ] κλώπων Δ. 1. 6. dub. test., [τοὺς Κύκλωπάς φησι Πίν] δαρος δε [θῆναι ὑ] πὸ Διὸς φο [βηθέντος] μή τινί πο [τε θεῶν] ὅπλα κατ [ασκευάσωσι] (supp. Gomperz, Bergk, Philippson) fr. 266.