ἀγριοσυκῆ: Difference between revisions
From LSJ
Λάλει τὰ μέτρια, μὴ λάλει δ', ἃ μή σε δεῖ → Modestus sermo, et qualis deceat, sit tuus → Sprich maßvoll, spricht nicht aus, was unanständig ist
(6_8) |
(big3_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀγριοσῡκῆ''': ἡ ἀγρία συκῆ, Ὡραπόλλ.-σύκιον, τό, ὁ καρπός, Α.Β. 1097. | |lstext='''ἀγριοσῡκῆ''': ἡ ἀγρία συκῆ, Ὡραπόλλ.-σύκιον, τό, ὁ καρπός, Α.Β. 1097. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ῆς, ἡ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> tb. -έα Horap.2.77<br />bot. [[higuera silvestre]], [[cabrahigo]], [[Ficus carica L. var. caprificus]], (ταῦρος) ὅταν ὀργᾷ, δεσμεῖται ἀγριοσυκῇ καὶ ἡμεροῦται Horap.2.77, ἐρίνεος· ὁ τῆς ἀγριοσυκῆς καρπός Phlp.<i>Dif.Accent.C</i> ε 22, cf. <i>Hippiatr</i>.89.2. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:45, 21 August 2017
English (LSJ)
ἡ, wild fig, Horap.2.77.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγριοσῡκῆ: ἡ ἀγρία συκῆ, Ὡραπόλλ.-σύκιον, τό, ὁ καρπός, Α.Β. 1097.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
• Alolema(s): tb. -έα Horap.2.77
bot. higuera silvestre, cabrahigo, Ficus carica L. var. caprificus, (ταῦρος) ὅταν ὀργᾷ, δεσμεῖται ἀγριοσυκῇ καὶ ἡμεροῦται Horap.2.77, ἐρίνεος· ὁ τῆς ἀγριοσυκῆς καρπός Phlp.Dif.Accent.C ε 22, cf. Hippiatr.89.2.