ἐν δὲ μηνὸς πρῶτον τύχεν ἆμαρ → it chanced to be on the first of the month, that day fell on the first of the month
αἰολόδακρυς (-υ) (Α)αυτός που έχει στα μάτια του λαμπερά δάκρυα.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αἰόλος + δάκρυ].